Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

Νεολαία σε… κρίση

Η οικονομική κρίση αγγίζει τους νέους σε ηλικία ανθρώπους σε μεγάλο ποσοστό. Νέοι με θέληση για δυναμική είσοδο στον επαγγελματικό χώρο δεν έχουν ευκαιρίες. Άλλοι που έχουν ήδη κάνει τα πρώτα βήματα σε διαφορετικές οικονομικές συγκυρίες βρίσκονται αντιμέτωποι με οικονομικές υποχρεώσεις στις οποίες δεν μπορούν πλέον να ανταποκριθούν χωρίς να στερηθούν την ικανοποίηση βασικών αναγκών.

«Μένω ακόμα με τους γονείς μου» «Δουλεύω περιστασιακά για να καλύπτω τις καθημερινές μου ανάγκες και να μην επιβαρύνω επιπλέον τους δικούς μου» «Ψάχνω για δουλειά σχετική με το αντικείμενο που σπούδασα και βρίσκω πόρτες κλειστές. Έχω απογοητευτεί».
Αυτές και πολλές παρόμοιες φράσεις βρίσκονται καθημερινά στα στόματα ανθρώπων ηλικίας 20- 25 ετών, σκιαγραφώντας την κατάσταση που επικρατεί στην Ελληνική κοινωνία εν μέσω οικονομικής κρίσης. Πρόσφατα στοιχεία της Eurostat έρχονται να ντύσουν με αριθμούς αυτή την αίσθηση, καταδεικνύοντας ότι 1 στους 5 Έλληνες ζει σήμερα σε συνθήκες φτώχειας, με τα άτομα ηλικίας 16-24 και άνω των 65 ετών να πλήττονται περισσότερο.
Η Σοφία, 24 ετών, μέλος πενταμελούς οικογένειας, άρχισε να εργάζεται παράλληλα με τη σχολή της. «Είμαι το μεγαλύτερο παιδί στην οικογένεια. Άρχισα να κάνω ιδιαίτερα αγγλικών και να διαβάζω παιδιά δημοτικού όταν ήμουν ήδη στο πρώτο έτος της Σχολής. Παράλληλα δούλευα και σε ζαχαροπλαστείο. Δεν ήθελα να επιβαρύνω τους δικούς μου οικονομικά, αλλά και οι ίδιοι δεν είχαν τη δυνατότητα να με βοηθήσουν αφού ακολουθούν δύο μικρότερα αδέρφια. Τέλειωσα ψυχολογία πριν τρία χρόνια και έκτοτε προσπαθώ συνεχώς να βρω κάτι σχετικό. Η αλήθεια είναι ότι έχω απογοητευτεί. Ζω ακόμα με τους γονείς και τα αδέρφια μου. Τρέχω όλη μέρα στα ίδια ιδιαίτερα μαθήματα και όποτε ψάχνω δουλειά που να σχετίζεται με τις σπουδές μου βρίσκω πόρτες κλειστές. Έχω κατά καιρούς κάνει αιτήσεις για πολλές προκηρύξεις που ήθελαν πτυχιούχους, ακόμα και αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Δεν είδα αποτέλεσμα. Τώρα κάνω μεταπτυχιακό με αντικείμενο ψυχολογία και διοίκηση επιχειρήσεων, αλλά και όπου βρίσκω σεμινάρια τα οποία μπορεί να μου φανούν χρήσιμα στην εύρεση εργασίας τα παρακολουθώ. Τουλάχιστον τα χρήματα που βγάζω από τα μαθήματα μου αρκούν για να καλύπτω τις ανάγκες μου όπως σήμερα είναι διαμορφωμένες».
Δεν είναι η μόνη. Πολλά νέα παιδιά εργάζονται παράλληλα με τις σπουδές τους για να βγάζουν τα προς το ζην. Ο κανόνας θέλει όσους σπουδάζουν στην πόλη που βρίσκεται το πατρικό τους να ζουν με τους γονείς τους. Όσοι σπουδάζουν σε άλλη πόλη δε, να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό οικονομικά από τις οικογένειές τους.
Μια τέτοια περίπτωση είναι της Κατερίνας, 20χρονης φοιτήτριας στην Αθήνα της οποίας οι γονείς μένουν σε επαρχιακή πόλη. «Το ενοίκιο το πληρώνουν οι δικοί μου κι εγώ εργάζομαι σε καφετέρια εδώ και δυο χρόνια για να μπορώ να αντιμετωπίζω τα καθημερινά μου έξοδα. Βέβαια, πάντα μου στέλνουν κάτι παραπάνω γιατί τα χρήματα που βγάζω δεν είναι αρκετά». Η οικονομική κρίση, μάλιστα, την επηρέασε σημαντικά. «Το τελευταίο εξάμηνο μου είναι πιο δύσκολο να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις μου. Οι γονείς μου δεν έχουν τη δυνατότητα να μου στέλνουν επιπλέον χρήματα. Έπιασα δουλειά και σε δεύτερη καφετέρια, περιορίζοντας τις ώρες που παρακολουθώ στη σχολή και πάλι αντιμετωπίζω οικονομικό πρόβλημα. Δεν μπορώ να πω ότι έκανα ποτέ υπερβολές σε εξόδους ή αγορές. Σήμερα έχουν περιοριστεί όλα ακόμα περισσότερο. Οι γονείς μου, όσο περνά ο καιρός, το βρίσκουν ακόμα πιο δύσκολο να με συνδράμουν. Ήδη και ένα μέρος του ενοικίου το πληρώνω μόνη μου. Σκέφτομαι σοβαρά να επιστρέψω στο πατρικό μου και να ανεβαίνω Αθήνα όταν χρειάζεται να δώσω μάθημα ή όταν έχω υποχρεωτική παρακολούθηση». Αντίστοιχες ήταν οι συνέπειες και για τη Σοφία: «Το τελευταίο εξάμηνο τα πράγματα έγιναν πιο δύσκολα, είναι αλήθεια. Τα χρήματα που παίρνω από τα ιδιαίτερα παραμένουν τα ίδια, αλλά τα προϊόντα έχουν ακριβύνει στην αγορά. Βλέπω ότι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα οικονομικό. Κάποιοι γονείς με πληρώνουν με καθυστέρηση, ενώ υπήρξε και περίπτωση που δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο κόστος του μαθήματος και το σταμάτησαν».
Το σκηνικό συσκοτίζουν περισσότερο εκτιμήσεις της Κομισιόν που βλέπουν την ανεργία να ανέρχεται, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, σε ποσοστό 10% του ενεργού πληθυσμού της Ελλάδας το 2010 και σε ποσοστό 11% την επόμενη χρονιά. Κι αυτές είναι οι αισιόδοξες προβλέψεις. Το Υπουργείο Εργασίας, από την πλευρά του, υπολογίζει ότι ο αριθμός των ανέργων στη χώρα μας το τρέχον έτος θα αγγίξει το ένα εκατομμύριο.
Γνωρίζοντας τα δεδομένα αυτά, η Μαρία, 21 ετών, τελειόφοιτη του Τμήματος Επικοινωνίας Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, αγωνιά για το εργασιακό της μέλλον. Είναι κι εκείνη από τους εργαζόμενους φοιτητές. «Με αγχώνει το μέλλον. Θα ήθελα να κάνω μια δουλειά σχετική με τις σπουδές μου, αλλά δεν το βλέπω εύκολο. Ειδικά με τις συνθήκες που επικρατούν στο χώρο. Εδώ εφημερίδες κλείνουν, παλιά στελέχη μέσων, ονόματα μεγάλα απολύονται ή δέχονται περικοπές στις απολαβές τους, ενώ οι νέοι συνάδελφοι που βρίσκουν δουλειά σε κάποιο μέσο εργάζονται πάρα πολλές ώρες και για πολύ καιρό αμισθί. Φυσικά με αγχώνουν οι συνθήκες αυτές. Σκέφτομαι να κάνω κάποιο μεταπτυχιακό όχι πάνω στο ίδιο αντικείμενο».
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν και νέοι, όπως η Ελένη και ο Γιώργος, που είχαν την τύχη ή την προνοητικότητα να βρουν σταθερή δουλειά από μικρή ηλικία. Εκείνοι υποστηρίζουν ότι έχουν πληγεί σημαντικά από την οικονομική κρίση, καθώς είχαν προγραμματίσει διαφορετικά τις υποχρεώσεις τους και τώρα αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να ανταπεξέλθουν.
«Ξεκίνησα να δουλεύω σε μία καλή οικονομικά συγκυρία και στην αρχή μου έμεναν χρήματα. Με αυτά τα δεδομένα, αποφάσισα να αγοράσω το δικό μου σπίτι, μιας και το πατρικό μου είναι στην επαρχία και η δουλειά μου στην Αθήνα. Παράλληλα, λόγω δουλειάς, χρειάστηκα αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις μου, το οποίο και αγόρασα καινούριο. Και τις δύο μου αγορές τις πραγματοποίησα αφού πήρα καταναλωτικό δάνειο», λέει η Ελένη 23 ετών που εργάζεται εδώ και τέσσερα χρόνια στο δημόσιο τομέα. «Τους τελευταίους έξι μήνες, ενώ ο μισθός μου παραμένει σταθερός, έχω αρχίσει να αντιμετωπίζω οικονομική στενότητα. Οι δικοί μου δεν μπορούν να με στηρίζουν οικονομικά όπως πιο παλιά, γιατί κι αυτοί από τη μεριά τους έχουν άλλες οικονομικές υποχρεώσεις με το μικρότερο σε ηλικία αδερφό μου που πρέπει να σπουδάσει. Αποτέλεσμα, κάθε μήνα ο μισθός μου επαρκεί για να καλύψω τις δόσεις των δανείων που έχω πάρει, όχι όμως για να καλύψω άλλες μου ανάγκες, όπως διασκέδαση ή η αγορά προϊόντων», συνεχίζει.
Και ο Γιώργος, 23 ετών, μπήκε στα 18 του σε στρατιωτική σχολή και σήμερα έχει ένα σταθερό μισθό. «Νιώθω τυχερός που έχω ένα σίγουρο μηνιαίο εισόδημα με αυτά που βλέπω ότι συμβαίνουν γύρω μου. Σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί ο μισθός μου για να αντιμετωπίσω τις καθημερινές μου ανάγκες. Νοικιάζω σπίτι στην Αθήνα και έχω ένα δάνειο για αυτοκίνητο. Από πριν ήμουν αναγκασμένος να κάνω περιστασιακά δεύτερη δουλειά ως ντιλίβερι για να μπορώ να καλύπτω ανάγκες διασκέδασης ή αγορών. Σήμερα, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Τα πάντα έχουν ακριβύνει και η κίνηση στη δεύτερη δουλειά έχει πέσει πολύ, ομοίως και οι ώρες που δουλεύω. Ο μισθός μου με το ζόρι φτάνει κάθε μήνα για να αντιμετωπίσω δόση δανείου, ενοίκιο, κοινόχρηστα και λογαριασμούς ΔΕΚΟ. Για διασκέδαση δεν το συζητάω πια. Σπάνια. Δεν υπάρχουν χρήματα. Και πάλι νιώθω ότι είμαι από τους τυχερούς της γενιάς μου».
Στις λέξεις της Σοφίας, της Κατερίνας, της Ελένης, της Μαρίας, του Γιώργου και πολλών άλλων συνομήλικών τους αντανακλάται η απογοήτευση και η απαισιοδοξία τους. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. «Για το μέλλον θα ήθελα να ήμουν αισιόδοξη. Έχω αρχίσει, όμως, να απογοητεύομαι από την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά εργασίας και αισθάνομαι ότι η κοινωνία απαξιώνει τις σπουδές που έχω κάνει. Φτάνω 25 χρονών και δεν έχω καταφέρει ακόμα να κάνω μία δουλειά που να μου εξασφαλίζει ένα εισόδημα για να συντηρήσω τον εαυτό μου σε δικό μου σπίτι και να βάλω τη ζωή μου σε μία σειρά», υποστηρίζει η Σοφία. Η Ελένη εισάγει μία ακόμα παράμετρο. «Η κατάσταση αυτή μου έχει προκαλέσει στρες και μελαγχολία, γεγονός που διαπιστώνω στις συναναστροφές μου με φίλους. Πολλές φορές δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να τους ακολουθήσω στις εξόδους τους, γι’ αυτό χάνω την επικοινωνία που έχω μαζί τους. Η απομόνωσή μου στο σπίτι με αγχώνει εκ νέου γιατί νιώθω ότι ξεκόβω από το κοινωνικό μου περιβάλλον και δεν έχω την ανθρώπινη παρουσία που θέλω στη ζωή μου».
Οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα και οι διαπιστώσεις της Eurostat για τη φτώχεια στη χώρα μας αποτελούν ένα κομμάτι του παζλ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δέκα χρόνια πριν οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεσμεύτηκαν να εξαλείψουν τη φτώχεια στα κράτη - μέλη. Η προθεσμία που έθεσαν για την ολοκλήρωση υλοποίησης του σχεδίου για την ανάπτυξη και την απασχόληση (στρατηγική της Λισαβόνας) εκπνέει φέτος. Ωστόσο, το 2010 που έχει ανακηρυχτεί Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού βρήκε 80 περίπου εκατομμύρια Ευρωπαίους να ζουν με εισόδημα κάτω από το 60% του μέσου εισοδήματος της χώρας τους, ενώ ένας στους δέκα ζει σε νοικοκυριό που δεν εργάζεται κάποιος. Δεδομένα που αποδεικνύουν πως η φτώχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει.

Trafficking: Το δουλεμπόριο του 21ου αιώνα.

Φαινόμενο με διεθνείς διαστάσεις που πλήττει τα τελευταία χρόνια και την Ελλάδα αποτελεί η παράνομη διακίνηση και εμπορία ανθρώπων με σκοπό τη σεξουαλική ή οικονομική τους εκμετάλλευση. Περισσότεροι από 1.800.000 άνθρωποι πέφτουν κάθε χρόνο θύματα της σύγχρονης αυτής μορφής δουλεμπορίου, ενώ τις 40.000 φτάνει ο αριθμός τους στη χώρα μας ετησίως, σύμφωνα με εκτιμήσεις ΜΚΟ*. Γυναίκες και παιδιά, μάλιστα, έχουν τα μεγαλύτερα ποσοστά θυματοποίησης.
Ιστορίες βασανιστηρίων, εξευτελισμού, εξαθλίωσης, άκριτης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για χιλιάδες γυναίκες από την Αλβανία, τη Νιγηρία, την Ουκρανία, την Ρουμανία, την Ρωσία κ.α. βρίσκονται πίσω από τον όρο trafficking, που καθιερώθηκε το 2000 από τα Ηνωμένα Έθνη για να αποδώσει την Εμπορία Ανθρώπων- Σωματεμπορία.
«Γυναίκες και κορίτσια πωλούνται ως σκλάβες. Απειλούνται, ξυλοκοπούνται, υφίστανται βιασμούς και ουσιαστικά φυλακίζονται από τους ιδιοκτήτες τους. Έχοντας μεταξύ των πελατών στρατιωτικούς και αστυνομικούς των διεθνών δυνάμεων, φοβούνται πάρα πολύ να το σκάσουν και οι αρχές δεν τις βοηθούν», επισημαίνει η Διεθνής Αμνηστία.
Η 17χρονη Μαρία ήρθε από την Ρουμανία στην Ελλάδα για να δουλέψει ως σερβιτόρα σε ένα κατάστημα στην Αθήνα, όπως της είχε πει 43χρονη συμπατριώτισσά της. Βρέθηκε στην Κρήτη να εργάζεται σε μπαρ κρατώντας παρέα στους πελάτες και όντας υποχρεωμένη να έρχεται σε σεξουαλική επαφή μαζί τους. «Το πρώτο βράδυ που πήγα στο μαγαζί η Μαρίνα, που έκανε κουμάντο, μου είπε ότι θα κάνω παρέα στους πελάτες και θα πληρώνομαι ανάλογα με τα ποτά που θα με κερνάνε. Συγκεκριμένα, στα τέσσερα ποτά που θα με κερνούσαν οι πελάτες, εγώ θα έπαιρνα 3€. Ακόμη, μου είπε ότι θα πρέπει αναγκαστικά να έρχομαι σε σεξουαλική επαφή με τους πελάτες του καταστήματος, με όποιον με θέλει, γιατί έπρεπε να ξεχρεώσω τα 200€ που κόστισε το ταξίδι μου και είχε πληρώσει η Aλίνα [σ.σ. 43χρονη Ρουμάνα]. Η Mαρίνα μου είπε πως είμαι υποχρεωμένη να δουλεύω τρεις μήνες για το κατάστημα για να ξεπληρώσω τα έξοδα του ταξιδιού στην Ελλάδα. Για κάθε πελάτη με τον οποίο ερχόμουν σε σεξουαλική επαφή μου έδινε 25€. Η Μαρίνα μου φώναζε πολύ για να πηγαίνω με τους πελάτες και εγώ τη φοβόμουν. Είχε νεύρα πολλά και μας φώναζε συνέχεια. Ψυχολογικά μας καταπίεζε. Ήθελε συνέχεια να γνωρίζουμε ποιος έκανε κουμάντο στο μαγαζί και για ποιο λόγο είμαστε εκεί. Όσο καιρό δούλευα εκεί μάζεψα 1000€ τα οποία έστειλα στη μητέρα μου στην Ρουμανία», είπε ένα χρόνο περίπου πριν στον Ανακριτή Ρεθύμνου.
Η Άλις, από τη Νιγηρία αυτή τη φορά, ήρθε στην Ελλάδα για να δουλέψει. Εφοδιασμένη με πλαστά έγγραφα και ακολουθώντας τις οδηγίες που της είχαν δώσει βρέθηκε σε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα όπου της εξήγησαν το σκοπό για τον οποίο την είχαν φέρει. «Με βίαζαν κατ' εξακολούθηση και με κρατούσαν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο όλη την ημέρα. Μόνο στην τουαλέτα με άφηναν να πάω. Με υποχρέωναν να έρχομαι σε σεξουαλική επαφή όλες τις μέρες του μήνα με πέντε έως δέκα πελάτες την ημέρα. Μου έδιναν φαγητό όταν ήμουν ‘καλό κορίτσι‘, αλλιώς με άφηναν νηστική για μέρες», λέει η ίδια.
Παρόμοιες είναι και οι εμπειρίες της Μαργαρίτας, μιας 13χρονης από την Αλβανία που πουλήθηκε για σεξουαλική δουλεία από τη μητέρα της και τον πατριό της. «Πέρασα τα σύνορα για την Ελλάδα με τα πόδια. Από εκεί η μητέρα μου με έφερε σε ένα ξενοδοχείο στο κέντρο της Αθήνας και με άφησε. Με χτυπούσαν, με βίαζαν, δεν μου έδιναν να φάω και με ανάγκαζαν να δουλέψω ως ιερόδουλη», θυμάται.
Ο εκφοβισμός, οι απειλές, η εκμηδένιση της προσωπικότητάς τους, ο ξυλοδαρμός αυτών των γυναικών επαναλαμβάνονται στην προσωπική ιστορία κάθε μίας. «Υπάρχουν ιστορικά τα οποία είναι πάρα πολύ βαριά. Άσχημα βασανιστήρια, καθημερινοί ξυλοδαρμοί και βιασμοί, πολλές μεταπωλήσεις από τον έναν ιδιοκτήτη στον άλλον. Και η ψυχολογική κατάσταση μιας γυναίκας να μην είναι πια η επιβαρυμένη ψυχολογική κατάσταση με ένα μετατραυματικό stress, να είναι μια ανοιχτή ψύχωση ή μια πολύ σοβαρή κατάθλιψη. Αυτό που έχουμε δει πολλές φορές και μου κάνει εντύπωση είναι ότι όταν πρωτοέρχονται σε μας, είναι σαν να είναι ημιάυλες, σα να είναι λίγο φαντάσματα, σαν να περιφέρουν τον εαυτό τους. Έχουν σταματήσει να κατοικούν το σώμα τους για να μπορέσουν να αντέξουν αυτήν την κατάσταση και έχουν πάρει κάποια απόσταση ψυχολογική, το οποίο είναι ένας μηχανισμός αμυντικός, βεβαίως, αλλά μακροπρόθεσμα δεν είναι λειτουργικός», επισημαίνει η Ευανθία Ρούσου, κλινική ψυχολόγος του καταφυγίου «Κλίμακα» που φιλοξενεί γυναίκες θύματα trafficking ή ενδοοικογενειακής βίας.
Ο φόβος κυριαρχεί. Από τα χιλιάδες θύματα Εμπορίας Ανθρώπων – Σωματεμπορίας στη χώρα μας μόλις 125 καταγράφονται για το έτος 2009 στα επίσημα στατιστικά που προέρχονται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Πρόκειται συνήθως για κοπέλες που συλλαμβάνονται σε αστυνομικές επιχειρήσεις. Σε σπάνιες περιπτώσεις βρίσκουν οι ίδιες το θάρρος να απευθυνθούν στην Αστυνομία. «Δεν λειτουργεί η προστασία μαρτύρων… για να μιλήσει το θύμα και να μη φοβάται. Έτσι, το θύμα φοβάται όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για την οικογένειά του… Κοπέλα-θύμα και σωματέμπορος κάθονται πλάι-πλάι στο εδώλιο. Αυτό είναι τρομερό… Η ελληνική κοινωνία φέρνει μεγάλη ευθύνη… Πάντως αυτό που βλέπουμε είναι πάντα πολύ λιγότερο από αυτό που πραγματικά υπάρχει», υποστήριξε πρόσφατα σε συνέντευξή της η Εισαγγελέας Μαρία Μαλλούχου αρμόδια για υποθέσεις trafficking.
«Θέλω να τιμωρηθούν όλοι, αλλά να μην το μάθουν ότι το είπα, γιατί τους φοβάμαι. Δεν θέλω να μάθουν ότι εγώ τους κατήγγειλα. Δεν θέλω να πάω στα δικαστήρια γιατί φοβάμαι πολύ», λέει από τη δική της σκοπιά η 17χρονη Μαρία από την Ρουμανία που κατάφερε να καταγγείλει στις αστυνομικές αρχές όσα τις συνέβαιναν.
Το 81% των θυμάτων προέρχονται από την Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ρωσία και τη Νιγηρία, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό των δραστών που έχουν συλληφθεί είναι Έλληνες και ακολουθούν Ρουμάνοι και Βούλγαροι.
Το trafficking, όμως, δεν εξαντλείται στην πορνεία, τη βιομηχανία του σεξ και την πορνογραφία. Εκατομμύρια παιδιά εμπλέκονται παγκοσμίως σε μορφές εξαναγκαστικής εργασίας, δουλείας ή επαιτείας. Κάποια πέφτουν θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης ή μετατρέπονται σε στρατιώτες - πολεμιστές στο πλευρό ένοπλων ομάδων. Άλλα γίνονται θύματα εμπορίας των οργάνων τους, ενώ κορίτσια έως 13 ετών, συνήθως από την Ασία και την Ανατολική Ευρώπη, διακινούνται ως νύφες κατά παραγγελία.
Ο τζίρος σε παγκόσμιο επίπεδο από την εμπορία των γυναικών φτάνει τα 7 τρισεκατομμύρια ετησίως, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ. Το ετήσιο κέρδος ανά θύμα ξεπερνά τις 67.000 δολάρια στις βιομηχανοποιημένες χώρες και τα 10.000 σε Ασία και Αφρική, καθιστώντας το trafficking το πιο προσοδοφόρο έγκλημα, μετά το εμπόριο όπλων και ναρκωτικών.

*Τα στοιχεία προέρχονται από το Παγκόσμιο δίκτυο ΜΚΟ EPCAT που δραστηριοποιείται σε 75 χώρες καταπολεμώντας την εμπορία παιδιών).